- διανομεῖς
- διανομεύςdistributormasc acc plδιανομεύςdistributormasc nom/voc pl (parad-form)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ατμοκιβώτιο — το χώρος της ατμομηχανής ο όποιος βρίσκεται ανάμεσα στον χώρο εισαγωγής του ατμού από τον ατμολέβητα και στους διανομείς του στους κυλίνδρους ή ανάμεσα στους κυλίνδρους υψηλής και στους κυλίνδρους χαμηλής πίεσης … Dictionary of Greek